Η Κρήτη στον Μεσοπόλεμο | Γιάννης Σκαλιδάκης
Η Κρήτη της εποχής διατηρούσε μια ισχυρή αίσθηση τοπικής ταυτότητας. Η ενσωμάτωση της στο νεοελληνικό κράτος είχε επέλθει μόλις το 1913, ως αποτέλεσμα των Βαλκανικών πολέμων, αφού είχε προηγηθεί μια περίοδος αυτονομίας, υπό οθωμανική επικυριαρχία. Η ίδια η περίοδος ύπαρξης εντός του νεοελληνικού κράτους δεν ήταν ανέφελη – ως προπύργιο του βενιζελισμού είχε οφέλη από την πολιτική κυριαρχία του κατά το μεγαλύτερο διάστημα του Μεσοπολέμου αλλά υπέστη και τις συνέπειες της πτώσης του.
Στη Γερουσία του 1929, η Κρήτη εκπροσωπούνταν από 6 γερουσιαστές, όλοι βενιζελικοί. Στις τελευταίες εκλογές πριν τον πόλεμο, τον Ιανουάριο του 1936, από την Κρήτη είχαν εκλεγεί 18 βουλευτές, οι 14 με το Κόμμα των Φιλελευθέρων.
Ανάμεσά τους, συμπεριλαμβάνονταν τόσο ο Νικόλαος Ασκούτσης στο Ρέθυμνο, που στην Κατοχή θα συμμετάσχει στην Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ), όσο και ο Ιωάννης Πασσαδάκης στο Ηράκλειο, που ως νομάρχης Ηρακλείου το 1941 και Γενικός Διοικητής Κρήτης από το 1943 θα αποτελέσει το πρόσωπο του δοσιλογισμού στην Κρήτη.
Μετά την άνοδο των Λαϊκών στην εξουσία, και ειδικά μετά την καταστολή του κινήματος του 1935, η Κρήτη θα βιώσει αυτήν την αναβίωση του Εθνικού Διχασμού και ως εχθρότητα της νέας εξουσίας εναντίον της, ως «αντικρητισμό». Χαρακτηριστικά γραφόταν στην εφημερίδα Νέα Εποχή: «η Κρήτη κατεδικάσθη εις απηνή διωγμόν και θεωρείται ως μία αποικία του αθηναϊκού κράτους επαναστατημένη». Ειδικά με τη δικτατορία Μεταξά εντείνεται η εχθρότητα και η αποξένωση από την κεντρική κυβέρνηση. Κατά τη διάρκεια επισκέψεων στην Κρήτη του δικτάτορα και του βασιλιά αλλά και στο πρώτο μνημόσυνο του Ελευθέριου Βενιζέλου το 1937, η αντίθεση προς τη δικτατορία εκδηλώθηκε με διάφορους τρόπους.
Το χαρακτηριστικότερο γεγονός ήταν η εξέγερση του 1938 στα Χανιά.
Για την προετοιμασία της συνεργάστηκαν, μέσω της οργάνωσης Φιλική Εταιρεία, φιλελεύθεροι παράγοντες των Χανίων και απότακτοι αξιωματικοί του 1935 με την τοπική οργάνωση του ΚΚΕ που είχε ως επικεφαλής τον καταζητούμενο Βαγγέλη Κτιστάκη. Στο κίνημα θα προσχωρήσει και ο στρατηγός Μανόλης Μάντακας, γαμπρός του Κτιστάκη, που ζούσε στο χωριό του, τους Λάκκους στα Λευκά Όρη, μετά την παραίτησή του από το στράτευμα. Κατά τη διάρκεια της εξέγερσης που ξέσπασε στις 29 Ιουλίου, για άλλη μια φορά στην κρητική ιστορία θα συρρεύσουν ένοπλοι από την ύπαιθρο στην πόλη των Χανίων ενώ και οι Χανιώτες θα εξοπλιστούν σπάζοντας τις στρατιωτικές οπλαποθήκες. Μετά την αποτυχία της εξέγερσης, η κήρυξη στρατιωτικού νόμου, οι συλλήψεις και τα στρατοδικεία ενέτειναν ακόμη περισσότερο την τοπική αντίθεση στο καθεστώς. Στρατιωτικός διοικητής Κρήτης -και αργότερα Γενικός Διοικητής- ανέλαβε ο στρατηγός Γεώργιος Τσολάκογλου, ο οποίος θα επιστρέψει στην Κρήτη τέσσερα χρόνια αργότερα ως επικεφαλής της δοσιλογικής κυβέρνησης.