Η Άσφαλτος του Τρίτου Κόσμου

Είναι τόσο απωθητική η εικόνα της πόλης τις νύχτες όταν αγριεύουν τα “άλογα” μέσα στις λαμαρίνες, που νιώθεις σαν σε αρένα, έρμαιο, απροστάτευτος.
Υπόλογος νιώθεις.
Απέναντι στα παιδιά σου που σε ρωτούν το πρωί.
Απέναντι στην ιστορία της πόλης.
Απέναντι σε αυτούς που πασχίζουν για ανάπτυξη και επενδύουν το ζεστό τους μπικικίνι.
Απέναντι στον “άχρηστο” τον κώδικα κοινής ησυχίας.
Απέναντι στους δασκάλους του σχολειού.
Απέναντι στις αρχές της δημόσιας ευγένειας.
Απέναντι ασφαλώς στην ελληνική κουλτούρα.
Απέναντι στους “άφωνους” επισκέπτες.
Τις νύχτες στην πόλη – ελλείψει αστυνόμευσης ικανής να διαφυλάξει τη νομιμότητα – το κλίμα μοιάζει τρομοκρατικό.
Αμούστακα αντράκια ίδιας κοπής, εξαργυρώνουν το πρωινό “βοηθητικό” μεροκάματο στα τσιφλίκια του μπαμπά και ταυτόχρονα την πρώιμη, βίαιη ενηλικίωση των.
Διπλώματα και μπούρδες.
Δε χρειάζεται να έχεις διπλώματα, ούτε κάτι που να διασφαλίζει εσένα, τον διπλανό σου και τις ζωές σας.
Για τη δημόσια και ιδιωτική περιούσια ούτε λόγος.
Αρκεί που ο απαίδευτος, ανεύθυνος, εν δυνάμει εγκληματίας πατέρας άναψε το πράσινο φως…
υγ: επανέρχομαι λίαν συντόμως.