Τουρισμόςνέαπρωτοσέλιδο Α

Βραχυχρόνια μίσθωση | επιστρέφει το τέλος επιτηδεύματος για εταιρείες διαχείρισης

Μετά την απόφαση του Β’ Τμήματος του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), που έκρινε ανυπόστατη και ακυρωτέα την εγκύκλιο της ΑΑΔΕ (Ε.2024/2024) για το τέλος επιτηδεύματος στις βραχυχρόνιες μισθώσεις, η κυβέρνηση επανέρχεται στο θέμα μέσω νομοθετικής οδού.

Με διάταξη που περιλαμβάνεται στο υπό διαβούλευση νομοσχέδιο «Εθνικός Τελωνειακός Κώδικας και άλλες διατάξεις», ορίζεται ρητά πλέον ότι κάθε ακίνητο που μισθώνεται ή υπεκμισθώνεται για βραχυχρόνια χρήση θεωρείται υποκατάστημα και επιβαρύνεται με ξεχωριστό τέλος επιτηδεύματος.

Η επίμαχη εγκύκλιος, με την οποία είχαν επιβληθεί οι σχετικές χρεώσεις, είχε προσβληθεί στο ΣτΕ από τον STAMA Greece και πέντε εταιρείες διαχείρισης μέλη του. Το δικαστήριο έκρινε πως πρόκειται για πράξη με κανονιστικό χαρακτήρα, η οποία δεν είχε δημοσιευτεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, αλλά απλώς είχε αναρτηθεί στο Διαδίκτυο, με αποτέλεσμα να παραβιάζει την αρχή της ασφάλειας δικαίου.

Παρά την εκκρεμότητα της υπόθεσης στην Ολομέλεια του ΣτΕ, το Υπουργείο Οικονομικών επιλέγει να προχωρήσει άμεσα σε νομοθετική ρύθμιση, η οποία αν τελικά ψηφιστεί, θα ισχύσει αναδρομικά από το φορολογικό έτος 2024. Πρόκειται για εξέλιξη με σημαντικές οικονομικές και πρακτικές συνέπειες για τον κλάδο της βραχυχρόνιας μίσθωσης, καθώς ανοίγει τον δρόμο για επιβολή τέλους επιτηδεύματος ανά ακίνητο, γεγονός που μεταφράζεται σε πολλαπλές επιβαρύνσεις για ιδιοκτήτες και διαχειριστές.

Αναλυτικά το άρθρο προβλέπει:

Άρθρο 248

Τέλος επιτηδεύματος – Τροποποίηση παρ. 1 άρθρου 31 ν. 3986/2011

Στην παρ. 1 του άρθρου 31 του ν. 3986/2011 (Α’ 152), περί επιβολής τέλους επιτηδεύματος, το δεύτερο εδάφιο αντικαθίσταται και η παρ. 1 διαμορφώνεται ως εξής:

«1. Τα νομικά πρόσωπα και οι νομικές οντότητες υποχρεούνται σε καταβολή ετήσιου τέλους επιτηδεύματος ως εξής:

α) νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που έχουν την έδρα τους σε τουριστικούς τόπους και σε πόλεις ή χωριά με πληθυσμό έως διακόσιες χιλιάδες (200.000) κατοίκους, σε οκτακόσια (800) ευρώ ετησίως,

β) αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες της περ. ε) του άρθρου 45 του Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (Κ.Φ.Ε., ν. 4172/2013, Α’ 167) που έχουν την έδρα τους σε τουριστικούς τόπους και σε πόλεις ή χωριά με πληθυσμό έως διακόσιες χιλιάδες (200.000) κατοίκους, σε τετρακόσια (400) ευρώ ετησίως,

γ) νομικά πρόσωπα και νομικές οντότητες, κερδοσκοπικού χαρακτήρα, που έχουν την έδρα τους σε πόλεις με πληθυσμό πάνω από διακόσιες χιλιάδες (200.000) κατοίκους, σε χίλια (1.000) ευρώ ετησίως,

δ) αστικές μη κερδοσκοπικές εταιρείες της περ. ε) του άρθρου 45 του Κ.Φ.Ε. που έχουν την έδρα τους σε πόλεις με πληθυσμό πάνω από διακόσιες χιλιάδες (200.000) κατοίκους, σε πεντακόσια (500) ευρώ ετησίως,

ε) για κάθε υποκατάστημα που συστήνεται από νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα των περ. α) και γ) σε εξακόσια (600) ευρώ ετησίως και για κάθε υποκατάστημα που συστήνεται από αστική μη κερδοσκοπική εταιρεία των περ. β) και δ), σε τριακόσια (300) ευρώ ετησίως.

Ως υποκατάστημα στην ημεδαπή, για την εφαρμογή του παρόντος, εκτός της έδρας της επιχείρησης, νοείται κάθε:

α) επαγγελματική εγκατάσταση του νομικού προσώπου ή της νομικής οντότητας, στην οποία ενεργείται παραγωγική ή συναλλακτική δραστηριότητα,

β) ακίνητο, που μισθώνεται ή υπεκμισθώνεται για βραχυχρόνια μίσθωση, όπως αυτή ορίζεται στο άρθρο 111 του ν. 4446/2016 (Α’ 240).

Δεν λογίζονται ως υποκαταστήματα, για την επιβολή του τέλους επιτηδεύματος, οι προσωρινοί εκθεσιακοί χώροι και οι πρόσκαιρες επαγγελματικές εγκαταστάσεις, που λειτουργούν για χρονικό διάστημα μέχρι τριάντα (30) ημέρες, οι επαγγελματικές εγκαταστάσεις που στεγάζονται σε διαφορετικούς ορόφους, συνεχόμενους ή μη, του ίδιου κτιριακού συγκροτήματος, οι εγκαταστάσεις τουριστικών καταλυμάτων εντός παραδοσιακών κτισμάτων, σύμφωνα με το π.δ. 33/1979 (Α’ 10), που λειτουργούν σε ξεχωριστά κτίρια, αλλά με ενιαία άδεια λειτουργίας, η οποία εντάσσεται ως ενιαία εγκατάσταση στην ίδια τουριστική μονάδα, καθώς και οι αγροτικές εκμεταλλεύσεις της περ. δ) της παρ. 1 του άρθρου 2 του ν. 3874/2010 (Α’ 151).».

Σύμφωνα με το άρθρο 269 του νομοσχεδίου: Η παρ. 1 του άρθρου 248, περί του Τέλους Επιτηδεύματος, ισχύει από το φορολογικό έτος 2024 και εφεξής.

Πηγή: bnbnews.gr

Μοιραστείτε την είδηση

Χρηστάλλα Κακαβελάκη

biskotto.gr